Τα τελευταία χρόνια όλο και περισσότερες μελέτες έχουν αναδείξει τον σημαντικό ρόλο του εντερικού μικροβιώματος στην ανθρώπινη υγεία. Μεταξύ των πολλών παραγόντων που επηρεάζουν τη σύνθεση και τη λειτουργία του, οι πολυφαινόλες της διατροφής, φυτικές ενώσεις που βρίσκονται σε αφθονία στα φρούτα, τα λαχανικά, το τσάι, τον καφέ και το κρασί, έχουν αναδειχθεί ως βασικοί ρυθμιστές.
Πολυφαινόλες: Μεταβολισμός και συνεργασία με το εντερικό μικροβίωμα
Οι πολυφαινόλες απορροφώνται μερικώς στο λεπτό έντερο, κάτι που σημαίνει ότι ένα σημαντικό ποσοστό τους φτάνει στο παχύ έντερο άθικτο. Εκεί, τα μικρόβια του εντέρου τις μεταβολίζουν σε μικρότερα, βιοδραστικά μόρια με υψηλότερη βιοδιαθεσιμότητα. Αυτή η αμφίδρομη αλληλεπίδραση είναι κρίσιμη: ενώ τα μικρόβια του εντέρου μετατρέπουν τις πολυφαινόλες σε ευεργετικούς μεταβολίτες, οι ίδιες οι πολυφαινόλες συμβάλουν στην διαμόρφωση του εντερικού μικροβιώματος, προωθώντας την ανάπτυξη ευεργετικών βακτηρίων όπως τα Bifidobacterium και Lactobacillus, ενώ καταστέλλουν τα δυνητικά επιβλαβή είδη.
Οι πολυφαινόλες δρουν ως πρεβιοτικά, υποστηρίζοντας έμμεσα την υγεία του ξενιστή, προωθώντας μια ισορροπημένη μικροβιακή κοινότητα στο έντερο. Αυτή η αλληλεπίδραση «θρεπτικό συστατικό-μικρόβιο-ξενιστής» αποδεικνύει ότι τα οφέλη των πολυφαινολών εκτείνονται πέρα από τις άμεσες χημικές τους ιδιότητες, βασιζόμενα σε μεγάλο βαθμό στον μικροβιακό τους μεταβολισμό.
Ρύθμιση Εντερικού Μικροβιώματος & Υγεία
Οι μεταβολίτες που παράγονται μέσω της δράσης του εντερικού μικροβιώματος ασκούν ένα ευρύ φάσμα φυσιολογικών επιδράσεων στον οργανισμό. Πιο συγκεκριμένα, παρέχει αντιοξειδωτικές και αντιφλεγμονώσεις ιδιότητες, βελτιωμένο μεταβολισμό λιπιδίων και γλυκόζης, ενισχυμένη ακεραιότητα του εντερικού φραγμού και συμβάλει στη ρύθμιση των ανοσολογικών αντιδράσεων. Συνολικά, αυτές οι ιδιότητες του εντερικού μικροβιώματος μπορεί να συμβάλουν στην πρόληψη ή μείωση εμφάνισης μεταβολικών διαταραχών, καρδιαγγειακών παθήσεων, παχυσαρκίας ή/και ορισμένων φλεγμονωδών καταστάσεων.
Διατροφικές πηγές πολυφαινολών
Φρούτα
- Μούρα
- Σταφύλια
- Μήλα (κυρίως η φλούδα)
- Ρόδι
- Κεράσια
- Δαμάσκηνα, βερίκοκα, σύκα
- Πορτοκάλια, λεμόνια, μανταρίνια
Λαχανικά
- Κόκκινο κρεμμύδι
- Σπανάκι, λάχανο, μπρόκολο
- Αγκινάρες (ιδιαίτερα πλούσιες σε φαινολικά οξέα)
- Ελιές (κυρίως μαύρες)
Δημητριακά, όσπρια & ξηροί καρποί
- Ολικής άλεσης προϊόντα (π.χ. βρώμη, κριθάρι, σίκαλη)
- Όσπρια (φασόλια, φακές, ρεβίθια)
- Καρύδια, φουντούκια, αμύγδαλα
- Κάστανα (υψηλή περιεκτικότητα σε πολυφαινόλες και βιταμίνη C)
Ροφήματα και άλλα
- Πράσινο τσάι και μαύρο τσάι (πλούσια σε κατεχίνες)
- Καφές (πλούσιος σε φαινολικά οξέα)
- Κόκκινο κρασί (ρεσβερατρόλη, ανθοκυανίνες)
- Κακάο και μαύρη σοκολάτα (φλαβονοειδή)
- Ελαιόλαδο (ιδίως εξαιρετικά παρθένο)
Βότανα & μπαχαρικά
- Ρίγανη, δεντρολίβανο, θυμάρι, μέντα, βασιλικός
- Κανέλα, γαρύφαλλο, κουρκουμάς, τζίντζερ
Συμπερασματικά, οι πολυφαινόλες της διατροφής αποτελούν μια πολλά υποσχόμενη στρατηγική για την προώθηση της υγείας του εντέρου και του οργανισμού μέσω της ρύθμισης του εντερικού μικροβιώματος.